Βασίλης Βασιλικός: Καφενείον το «Απάτριουμ»

 


[
 Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 30.11.23 ]


Αυτοεξόριστοι, φυγάδες, τουρίστες της εξορίας, μετανάστες εργάτες, διανοούμενοι, φοιτητές. Η ελληνική εμιγκράτσια στα χρόνια της χούντας. Χωρίς τη βιολογική σχέση του κουκουλιού με το άσπαστο μετάξι. Με όλη την ενέργειά της να απορροφάται από τα ξένα κύτταρα. Μ’ έναν πλασιέ βιβλίων -εύρημα του Βασιλικού που είναι ο ίδιος- να αποτελεί το συνδετικό κρίκο, τον επικοινωνιακό δίαυλο μεταξύ των πολιτικών ομάδων, των κοινοτήτων, της Ελλάδας με την ξένη. Κάθε άφιξη του «πλασιέ» σε μια χώρα της Ευρώπης σημαίνει τη συνάντηση των εμιγκρέδων με την πατρίδα. Και όταν οι Έλληνες συναντιώνται στην ξενητιά, τότε «βλέποντας ο ένας το πρόσωπο του άλλου, αναθαρρεύει μυστηριακά... ο ένας χρησιμεύει στον άλλον για καθρέφτης, όπου βλέπει τον εαυτό του σαν τρίτος. Κι η μνήμη λειτουργεί με το δικό της τρόπο, στα μουγκά, καθώς το πρόσωπο του ενός γίνεται αγωγός του παρελθόντος στον άλλον. Μια επικοινωνία σχεδόν μυστική, που περνάει σχεδόν απαρατήρητη από τους τρίτους».

Το βιβλίο του Βασιλικού είναι περισσότερο μαρτυρία παρά μυθιστόρημα. Και ως μαρτυρία παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον καθώς καταγράφει μια οδυνηρή εποχή, όπως τη βίωσε η ελληνική εμιγκράτσια της Ευρώπης στα χρόνια της δικτατορίας και η οποία προβάλλεται ως προς τις συνέπειές της και στη σημερινή Ελλάδα. Η διάσπαση της αριστεράς, αποδίδεται στο αρχετυπικό «Ο Όλυμπος κι ο Κίσσαβος» και παρουσιάζεται με το γλωσσικό ιδίωμα των απέραντων θεωρητικών και πολιτικών συζητήσεων περί του φραξιονισμού, τις λεγκαλιστικές αυταπάτες, τη λικβινταριστική γραμμή, τη φατριο-οπουρτουνιστική στάση, τα κομματικά αχτίφ κ.ά.

Εντούτοις, όλα αποκτούν τις αληθινές τους διαστάσεις και η αφήγηση το συγκινησιακό της φορτίο όταν η πραγματικότητα έρχεται κουδουνίζοντας πάνω στο τσίγκινο συμπλήρωμα του κρανίου ενός μετανάστη ή ματώνοντας μέσα στα λιωμένα δάχτυλα ενός εργάτη: «Το χέρι του, λευκή σημαία με λίγο αίμα που λέκιαζε τα κρόσια της, κατά μπροστά του, και τα μάτια του, υγρά απ’ τον πόνο, και τώρα απ’ τη συγκίνηση, καρφωμένα πάνω του, του μπέρδευαν τη γλώσσα. Τα θεωρητικά σχήματα, οι ενέσεις αισιοδοξίας χλόμιαζαν μπροστά σ’ αυτή τη βουβή πραγματικότητα». Με το άλγος του νόστου και της καταπίεσης συνυπάρχει  και η πραγματικότητα της πολιτικής αλληλοεξόντωσης, των κατηγοριών για χαφιεδισμό κ.ά. Χαρακτηριστική η αναφορά στη δίκη του Ζαχαριάδη, όπου ο μέχρι τότε μυθικός ηγέτης του ΚΚΕ λέει στον Μαγυάρο μάρτυρα κατηγορίας: «Εσύ, σύντροφε, με διόρισες είκοσι χρόνια πριν. Τώρα εσύ με καθαιρείς. Εσένα πως δεν σε καθαίρεσαν; Αφού ανήκεις κι εσύ, όπως κι εγώ, στο ίδιο αμαρτωλό σταλινικό παρελθόν».

Αξιοσημείωτη και η μαρτυρία και ερμηνεία των περίφημων «αυθεντιών» και κατά κάποιο τρόπο «νονών» των ελλήνων εξορίστων. «Μπορεί κανείς από τώρα να δει τις μελλοντικές νεοαποικιακές εξαρτήσεις -γράφει ο Βασιλικός-. Ο φαύλος κύκλος του φασισμού δημιουργεί τέτοιες συνθήκες, που για να απαλλαγείς από δαύτον πρέπει να δεθείς με άλλες δυνάμεις, που, με τη σειρά τους, θα σε πνίξουν μόλις ισχυροποιηθούν».  Επιπλέον, ενώ κάποιοι ήθελαν να εκμεταλλευτούν την αντίσταση για ιδιοτελείς σκοπούς, ο αφηγητής παρατηρεί πως αν στην προδιδακτορική Ελλάδα η κατάσταση ήταν αφόρητη από το πλήθος των «αντιπροσώπων», στην ελληνική εμιγκράτσια υπέφεραν από το πλήθος των εκπροσώπων. «Και στις δύο περιπτώσεις κοινός παρονομαστής είναι η απουσία Προσώπου».

Η απαντοχή των αυτοεξόριστων στηρίζονταν στην ελπίδα του ξεσηκωμού του λαού. Αυτού που θα επισυμβεί αύριο, στο εγγύς μέλλον οπωσδήποτε. Αλλά τα χρόνια περνούν και η απογοήτευση τεκμηριώνεται με την άποψη ότι «έχει γεράσει το κύτταρο της φυλής» και πως «τώρα είναι άλλοι που ‘χουν σειρά, αλλού. Οι Τουπαμάρος, Αλκιβιάδηδες της Λατινικής Αμερικής, έχουν νεανικά κύτταρα, αχάλαστα από τη φθορά του χρόνου»!

Θαυμάσια η συνομιλία των απολιτικοποιημένων σκύλων του Τομ Πάπας και του δικτάτορα! Αλλά και η απομύθευση: «Τι; Αντίσταση κάνουμε; Ή φροντίζουμε να στείλουμε και κανένα έντυπο παράνομα κάτω; Τίποτα... Να ξεσκίζουμε ο ένας τις σάρκες του άλλου. Αυτό κάνουμε...». Η συγκατοίκηση με το Ρουμάνο φυγά. Η εκπομπή του Παύλου Μπακογιάννη. Ο obscure-άσημος. Να και τα «χαμένα όνειρα» του Μπαλζάκ και «ο Λάμπης ο Τρότσκας»! Αλλά, τελικά, η χούντα θα πέσει από την Κύπρο, όπως το προέβλεψε ο Παναγούλης.

Αλλά «ποιος φταίει» για όλα όσα συνέβησαν; «Κανένα στόμα δεν το ‘βρε και δεν το ‘πε ακόμα» λέει ο συγγραφέας και τραβάει για το ποτάμι που χυνόταν «στη θάλασσα του ανεκπλήρωτου, που τόσα μας κρατεί».                   

Το βιβλίο κυκλοφόρησε, μας πληροφορεί το εκδοτικό σημείωμα του οπισθόφυλλου, σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων στο εξωτερικό κατά την περίοδο της δικτατορίας. Και ο λόγος της δημοσίευσής του τώρα και στην Ελλάδα είναι διότι «η επικαιρότητα το απαιτεί»! «Από την ‘’Αεροσυνοδό’’ της εισαγωγής μέχρι το ‘’Τις πταίει;’’ του επιλόγου, δεκάδες ιστορίες έρωτα, μίσους, νοσταλγίας, διασπάσεων της Αριστεράς, απαίτησης για ένοπλο αγώνα, συνθέτουν ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα, το καλύτερο εγχειρίδιο για να συνθέσετε το τρομολαγνικό παζλ του παρόντος»! Ο τίτλος «Παρίσι Κορυδαλλός» και ο υπότιτλος «Ένα παζλ με 29 κομμάτια» καλούν τον αναγνώστη να ανασυνθέσει το παζλ της τρομοκρατίας στην Ελλάδα. Το βάρος συνεπώς μετατοπίζεται σκοπίμως προς την αστυνομική πλευρά. Όπως είναι γνωστό και ο Βασίλης Βασιλικός έπεσε θύμα της τρομολαγνικής υστερίας και της σπερμολογίας ότι ήταν ο αρχηγός της 17Ν. (Είναι επίσης γνωστό ότι αυτά τα κείμενα «ξετινάχτηκαν» από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ και... «ταυτοποιήθηκαν» εκατοντάδες λέξεις των κειμένων που περιέχονται στο παρόν βιβλίο με τις προκηρύξεις της 17Ν!)...

Βασίλης Βασιλικός

Παρίσι-Κορυδαλλός

Εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το κινούν αίτιο και οι... τεχνοκράτες

Naomi Klein Τεχνητή νοημοσύνη, η μεγαλύτερη ληστεία στην ιστορία

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Μάριος Χάκκας: Δε θέλω χρόνο, ζωή θέλω…