Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Φεβρουάριος, 2021

Τζέιμς Τζόις

  «Ω, γύρνα, γύρνα πίσω Έριν, Μίλυ, μη, μη με λησμόνει μη, γυναίκα της Μίλητος... Γιατί με πότισες φαρμακωμένο γάλα; Έσβησες το φεγγάρι και τον ήλιο απ’ τα μάτια μου αφήνοντάς με ολομόναχο μες στους πικρούς δρόμους της πιο φαρμακωμένης νύχτας. Κι ούτε καν με φίλησες... Λησμονιάρα, ξεχασιάρα Έριν...». Κείμενο από τον   Οδυσσέα   του Τζέιμς Τζόυς, ενός έργου που γράφτηκε σε τρεις πόλεις -Τεργέστη, Ζυρίχη, Παρίσι- και διήρκεσε επτά χρόνια, τότε που ο Τζόυς ήταν «ριγμένος στα βράχια», όπως ο ομηρικός ήρωας. Ο Τζέιμς Τζόυς γεννήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου του 1882 στο  Δουβλίνο  σε μία μάλλον τυπική Ιρλανδική οικογένεια, της οποίας αποτελούσε το μεγαλύτερο σε ηλικία από τα συνολικά δέκα παιδιά. Ο πατέρας του ήταν αντικληρικός και φιλελεύθερος, ενώ η μητέρα του φανατική καθολική. Η οικογένεια του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εύπορη αλλά το 1891, εξαιτίας των κακών οικονομικών χειρισμών σε συνδυασμό με τον αλκοολισμό του πατέρα του, οδηγήθηκε στην  πτώχευση . Ο Τζόυς παρά το θρησκευτικό περιβάλλο

Κώστας Αξελός

  Εκλείπουν πλέον οι ποιητές που ξεσήκωναν τα κύτταρα και ανέτρεπαν τα καθεστώτα, καταγγέλλοντας «κάθε κενότητα (που) αναπαύεται ανώδυνα σε κατακτημένες αποσκευές». Τώρα, Τίποτα. Ούτε πάθη ούτε αδυσώπητα λεπίδια του πόθου ούτε αγάπες αλήτισσες. Τίποτα. Το πρώτο «Τίποτα» το άκουσα από τον Μανώλη Αναγνωστάκη. «Δεν έχω Τίποτα να πω» μου είπε. Την προηγούμενη μέρα, ο Κώστας Αξελός μου είχε πει την ίδια λέξη, που μου κένωνε τον κόσμο από την ελπίδα. Τίποτα! Η ελπίδα του ανθρώπου ένα μεγάλο Τίποτα. Κι ενώ η αλαζονική εκφορά του Τίποτα του Αξελού σαν ειρωνικό χαμόγελο απέναντι σε εκτελεστικό απόσπασμα με τάραξε, το τρυφερά παρηγορητικό Τίποτα του Μανώλη Αναγνωστάκη με συντάραξε. Το νόημα της ζωής, λοιπόν, είναι ένα Τίποτα. Η ελπίδα για τον άνθρωπο και τον κόσμο μια ψευδαίσθηση. Το Τίποτα, όμως, αυτό δεν αντέχεται. Γι’ αυτό είναι συνειδητός ηρωισμός να λες: «... γυρεύω ένα τίποτα για να πιστέψω πολύ και να πεθάνω».  Θύμισες που η εκδήμηση του Κώστα Αξελού ανακαλεί.  Θυμάμαι ότι εκείνο το ιδιαί

Ιάνης Ξενάκης

   "Ήταν ένα χρόνο πριν το θάνατο του Ιάννη Ξενάκη. Είχε τότε βραβευτεί για τη συνεισφορά του στη μουσική. Το βραβείο το παρέλαβε η κόρη του, Μα. Τον θαύμαζα πάντα. Κυρίως με ενθουσίαζε η αρμονική συνύπαρξη της πνευματικότητάς του με τη συμπαγή και ισορροπημένη συναισθηματική του νοημοσύνη. Γι’ αυτό επιχείρησα να έχω μία συνέντευξή του για την εφημερίδα στην οποία εργαζόμουν τότε. Βρήκα τον αριθμό του τηλεφώνου του σπιτιού του στο Παρίσι από τον φίλο του στην Ελλάδα Κώστα Μόσχο. Στο τηλέφωνο απάντησε η Φρανσουάζ, η σύζυγός του. Μου είπε ότι ο Ξενάκης «είναι άρρωστος και δεν μπορεί να μιλήσει», ότι είχε μια κρίση ζαχάρου και άλλα τέτοια. Ενεργοποιήθηκε η προκατάληψή μου για τον γαλλικό σνομπισμό και αισθάνθηκα ότι δεν ήθελε να έχει ο σύζυγός της επαφή με την Ελλάδα και τους συμπατριώτες του. Αλλά και ότι ήθελε να τον προστατεύσει από κάτι που δεν μπορούσα να προσδιορίσω. Ακούγεται φασαρία. Μετά σιωπή. Ξαφνικά στην τηλεφωνική γραμμή ακούγεται μια ανδρική φωνή: «Αλό». Του μίλησα αμέσ